Σκέψεις με αφορμή την προβολή της ταινίας «Tomboy» στο κατειλημμένο αυτοδιαχειριζόμενο έδαφος «Αγρός»

«Κι ύστερα, τι παράξενα που θα ήταν, αν μπορούσαμε να αλλάξουμε κεφάλι και να φορέσουμε, για μια στιγμή, το κεφάλι κάποιου άλλου…»
Βιρτζίνια Γουλφ

Αυτό αποπειράται να κάνει το δεκάχρονο παιδί στην ταινία «Tomboy» (1). Η οικογένειά του -η αδερφή του, ο μπαμπάς και η κυοφορούσα το τρίτο τους παιδί μαμά- μετακομίζει σε ένα προάστιο της Γαλλίας και το ίδιο καλείται να ενταχθεί (2) σε μια νέα γειτονιά, σε μια νέα παρέα, σε ένα νέο σχολείο. Η είσοδος στο νέο περιβάλλον θα είναι και μια μετάβαση «στο κεφάλι κάποιου άλλου», μια διάβαση στο «ανάμεσα» των φύλων, μια περιδιάβαση στον έμφυλα συγκροτημένο και συγκροτούμενο κόσμο, μια παράβαση των κανόνων αυτού και, εν τέλει, μια κατάβαση στη ζοφερή κι αμείλικτη ελεγκτικότητα των συνομηλίκων και των ενηλίκων.
Ενώ αναγνωρίζεται ως κορίτσι και από τα τρία μέλη της οικογένειας, το ίδιο επιλέγει ανιχνευτικά, αυθόρμητα και διστακτικά να αυτοπαρουσιαστεί στα παιδιά της γειτονιάς ως αγόρι. Το κοντοκουρεμένο του κεφάλι και το -αναγιγνώσκον κοινωνικά ως αγορίστικο- ντύσιμο της φαρδιάς μπλούζας και βερμούδας καθιστούν πιο εύκολη την αποδοχή του ως τέτοιου, η οποία γίνεται αδιαμφισβήτητη από την υιοθέτηση συμπεριφορών- κατά μίμηση των υπόλοιπων αγοριών της παρέας- που επιτελούν την αρρενωπότητα: φτύσιμο σάλιου σε δημόσια θέα, αφαίρεση της μπλούζας λόγω ιδρώτα, κατούρημα σε όρθια στάση, συμμετοχή σε παιχνίδια ποδοσφαίρου και πάλης, υπεράσπιση της «ανυπεράσπιστης» μικρής αδερφής…
Ως εκ τούτου, ο τίτλος της ταινίας απέχει από τη συνηθισμένη χρήση της λέξης «αγοροκόριτσο», αυτή δηλαδή που αποδίδεται στο κορίτσι το οποίο υιοθετεί συμπεριφορές «αγορίστικες», χωρίς ωστόσο να περνάει εξολοκλήρου στην άλλη πλευρά, χωρίς να διαρρηγνύει τα κοινωνικά καθορισμένα έμφυλα όρια. Εδώ η λέξη φαίνεται να θέλει να αποδώσει τη διττή ταυτόχρονη εμφυλοποίηση: από τη μια η οικογένεια αρνείται να θεαθεί κάτι άλλο πέρα από το ότι «είναι κορίτσι», από την άλλη πλευρά το ίδιο το παιδί οικειοποιείται -σταδιακά και όχι χωρίς κραδασμούς εσωτερικούς κι εξωτερικούς- μιαν άλλη οπτική γωνία θέασης του εαυτού, αυτή του «αγοριού», που το οδηγεί στην αντίστοιχη επιτέλεση.
Όταν η μητέρα διαπιστώνει το «ψέμα της κόρης της» αποφασίζει «για το καλό της» να εκθέσει το «πραγματικό» της φύλο στα παιδιά, να αποκαταστήσει την έμφυλη τάξη των πραγμάτων και των σωμάτων, να τιμωρήσει την λιποταξία από το φύλο. Το παιδί σέρνεται να μεταμεληθεί και να αυτοπαρουσιαστεί ξανά.
Το αμήχανο βλέμμα του, η αυτοσυγκρατούμενη στάση του κορμιού που έχει ενδυθεί βίαια- και μάλιστα πάνω από τα ήδη φορεμένα καθημερινά του ρούχα- το φόρεμα (3), η σύνολη σιωπηρή εξωλεκτική συμπεριφορά του κραυγάζουν το επίπονο ενσώματο βίωμα ότι δεν χωρά σε έναν κόσμο που οργανώθηκε για να αποκλείει την έμφυλη ετερότητα. Η ταινία τελειώνει με την λεκτική εκφορά του «πραγματικού» ονόματος του παιδιού απέναντι στη φίλη του που το ρωτά «πώς σε λένε» κι ίσως αυτό να αποτελεί την αποδοχή της ήττας και της υποταγής του στον κόσμο που συμπυκνώνει, περιορίζοντας, το φαντασιακό πλούτο των αναρίθμητων επιλογών του στο δίλημμα-μονόδρομο «ζήσε ως κορίτσι, αφού έτσι γεννήθηκες ή σαν αγόρι-όχι ωστόσο ως αγόρι, αφού δεν μπορείς να γίνεις ποτέ τέτοιο».
Κι όμως, αν το άφηναν να διασχίσει τις τροπικότητες των φύλων χωρίς διαχωριστικές γραμμές κι έξω από την καταπιεστική δυαδικότητά του, αν το άφηναν να περπατήσει παιχνιδιάρικα στο συνεχές των φύλων, μέχρι να μην έχει σημασία πια η έννοια του φύλου, νέους κοινωνικούς δρόμους ποικιλομορφίας και πολλαπλότητας θα περιδιάβαινε, αποκτώντας πρόσβαση σε ένα αυτόνομο και αυτοδιατιθέμενο καθεστώς ύπαρξης, μακρυά και πέρα από τα ψευτοδιλήμματα του πατριαρχικού κόσμου, έξω από την εξουσία του φύλου.

Να τον ρηγματώσουμε
Να τον θρυμματίσουμε

(1)Η μετάφραση στα ελληνικά το αποδίδει ως «αγοροκόριτσο» και στα αγγλικά ως «boyish girl».
(2)Η λέξη επιλέχθηκε για να δηλώσει την προσδοκία της οικογένειας και του παιδιού να «τοποθετηθεί μέσα» στο νέο περιβάλλον, να «ενσωματωθεί».
(3)Το φόρεμα αποτελεί το απολύτως ταιριαστό σκέπασμα του υποτελούς θηλυκού σώματος και γι’ αυτό δεν έχει γίνει ποτέ οικειοποίησιμο από τον δυτικό κόσμο ως δυνατή επιλογή του κυρίαρχου άρρενος σώματος.