Ο αγώνας ενάντια στο φασισμό,
ενάντια σε κάθε μορφή καταπίεσης,
δεν ανατίθεται σε “ειδικούς της αντίστασης”.
Διεξάγεται αυτόνομα, πολύμορφα και καθημερινά,
από τους ίδιους τους καταπιεζόμενους.
Μάρτης του ’44 και οι μάχες, σε κέντρο και προάστια της Αθήνας, συνεχίζονται.
Από τη μία πλευρά, αντάρτες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ κι ανένταχτοι κάτοικοι, αγωνίζονται για την απελευθέρωση του τόπου. Από την άλλη, ο συνασπισμός του ναζισμού και της αντίδρασης, σ‘ όλο του το μεγαλείο: ναζιστικά στρατεύματα, συνεπικουρούμενα της διορισμένης ελληνικής κυβέρνησης Ράλλη, των ελληνικών σωμάτων ασφαλείας (ταγματασφαλιτών, γερμανοτσολιάδων, Χιτών, Μπουραντάδων κ.α.) και σημαντικού μέρους του ΕΔΕΣ, μαίνονται την αντικομμουνιστική, φιλοβασιλική και μισαλλόδοξη λύσσα τους. Από τις 4 μέχρι τις 7 Μάρτη, στην Κοκκινιά δίνονται σκληρές μάχες από τον τοπικό ΕΛΑΣ και την υποστήριξη άοπλων κατοίκων. Στις 7 Μάρτη του ’44, στο αποκορύφωμα των συγκρούσεων των ημερών, η Κοκκινιά αντιστέκεται μέχρις εσχάτων σε ναζί εισβολείς και ντόπιους συνεργάτες τους, πετυχαίνοντας σημαντικά πλήγματα στον εχθρό.
Η Μάχη της Κοκκινιάς, θα παραμένει ιστορικά μια επιλογή αντίστασης στη βαρβαρότητα της κυριαρχίας, για να θυμίζει πως κάθε κομμάτι γης διεκδικεί την ελευθερία του, με τους αγώνες των ίδιων των ανθρώπων που το κατοικούν.
Η Μάχη της Κοκκινιάς δεν εκτίθεται ως μουσειακό προϊόν.
Οι αντιφασιστικοί αγώνες δεν φωτογραφίζονται πίσω από γυαλισμένες βιτρίνες.
Δεν εκπίπτουν σε μνημόσυνες ακολουθίες της ιστορικής λήθης.
Δεν κεφαλαιοποιούνται από πάλαι ποτέ “επαναστάτες” για να νομιμοποιήσουν την παραίτηση, το συμβιβασμό και την αφομοίωση του σήμερα.
Οι ριζοσπαστικοί αγώνες του χθες, αντιστέκονται στη λήθη, για να πυροδοτήσουν τις αντιστάσεις του σήμερα.
Η ελευθερία δεν προσφέρεται, δε χαρίζεται, δεν προγραμματίζεται από ιθύνουσες διάνοιες, ηγεσίες, πολιτικά γραφεία, κόμματα, οργανώσεις.
Η αντίσταση δεν ανατίθεται σε επαγγελματίες επαναστάτες και ειδικούς εργολάβους της πολιτικής. Αντίθετα, συγκροτεί μια καθημερινή πρακτική που διατρέχει με διαφορετικούς τρόπους κάθε στιγμή της καθημερινότητάς των καταπιεσμένων.
Σ’ αυτήν πιστεύουμε, αυτή προσπαθούμε, μ’ αυτήν πειραματιζόμαστε επίμονα και συστηματικά, καταθέτοντας συλλογικά κι ατομικά, κάθε δημιουργικό κομμάτι του εαυτού μας.
Ορμώμενοι στο σήμερα…
από τη σκληρά νεοφιλελεύθερη, απροσχημάτιστα φασίζουσα κυβέρνηση του σύγχρονου ολοκληρωτισμού, της τρομοκρατίας, των στρατοπέδων συγκέντρωσης μεταναστών, της κατασταλτικής βίας, των επιτάξεων απεργών και της εντατικής υποτίμησης της αξίας εργατών κι εργαζομένων…
Μεταβαίνουμε καθότι φαίνεται
στη σοσιαλδημοκρατική εκδοχή διατήρησης των κοινωνικών ανισοτήτων:
σε μια κυβέρνηση που θέλει να αυτοχαρακτηρίζεται σοσιαλδημοκρατική (συνεργαζόμενη μ‘ ένα ακροδεξιό κόμμα), να συντηρεί “σωστές φυλακές”, να υποστηρίζει ότι ο φράχτης στον Έβρο “έκανε δουλειά αλλά δεν έλυσε ακόμα το θέμα της παράνομης μετανάστευσης”, να επιχειρεί να εισάγει τον “αστυνομικό της γειτονιάς και φίλο της καθημερινότητας”, φιλοδοξώντας παράλληλα “να συναντηθεί με εκπροσώπους των καταλήψεων”.
Την ίδια στιγμή συνεχίζει να επινοεί πολλά ακόμα ευφυολογήματα, στην προοπτική της ιστορικής λήθης των πραγματικά ριζοσπαστικών αντιστάσεων, της αφομοίωσης, της ανάθεσης, της θεαματικής κατανάλωσης της ίδιας της πολιτικής.
Απ’ την πλευράς μας, σημειώνουμε πως οποιαδήποτε ανάθεση ή εμπιστοσύνη σε κάθε μορφή (δεξιάς ή αριστερής) εξουσίας, όσο κι αν “γοήτευσε” γενικά κατά καιρούς η ηγεσία της, ιστορικά αποδείχτηκε ολέθρια για τις τάξεις των καταπιεσμένων, αιματηρή απόδειξη αυτού, υπήρξε (και) η ιστορία των Δεκεμβριανών του ’44 και της μετέπειτα φάσης του ελληνικού εμφυλίου.
Δεν παραβλέπουμε πως οποιαδήποτε θεσμική διαχείριση του ναζιστικού φαινομένου πολύ απέχει από την πραγματική αντίσταση σ’αυτό, στο πεδίο της καθημερινής ζωής.
Κάθε προσπάθεια για την κοινωνική και ατομική απελευθέρωση, προϋποθέτει την ενσυνείδητη ανάληψη ατομικής και συλλογικής ευθύνης. Την πίστη ότι οι κοινωνίες μπορούν να θέτουν οι ίδιες τους θεσμούς στους εαυτούς τους και να μην αναθέτουν σε οποιονδήποτε την οργάνωση, τη διαχείριση και τον έλεγχο της καθημερινότητάς τους.
Ο αξιακός οραματικός ορίζοντας των ελευθεριακών προταγμάτων, δε συρρικνώνεται σε καιροσκοπικούς συμβιβασμούς, πρόχειρες ασκήσεις “ριζοσπαστικής” μικροπολιτικής και ευκαιριακές εθελοτυφλίες.
Ο καπιταλισμός δε μεταρρυθμίζεται προς όφελος των καταπιεσμένων. Τα συμφέροντα σε μια ταξικά ιεραρχημένη κοινωνία δε μπορούν να έχουν εθνικό-διαταξικό χαρακτήρα. Παραμένουμε σταθερά απέναντι σε οποιαδήποτε μορφή “λειτουργικότερης” διαχείρισης των καπιταλιστικών κάτεργων.
Κρατάμε το νήμα των τοπικών αντιφασιστικών αγώνων
“Ανασύρουμε τις μνήμες του χθες που θα πυροδοτήσουν τους αγώνες του σήμερα”