Αλληλεγγύη στη ZAD – Κατάληψη παντού / Solidarity to ZAD – Squat the world [Eng]

Εδώ και λίγες μέρες, την ίδια ώρα που η γαλλική πολεμική μηχανή σπέρνει το θάνατο στη Συρία, συμμαχώντας με ΗΠΑ και Βρετανία για την έναρξη εναέριων βομβαρδισμών, στο εσωτερικό της γαλλικής επικράτειας τα διαχρονικά μιλιταριστικά δόγματα παίρνουν σάρκα και οστά για την καταστολή και εκκένωση του απελευθερωμένου εδάφους της ZAD -Notre-dams-de-landes (Zone A Defendre ή αλλιώς Ζώνη Υπεράσπισης).

 

Στη στρατιωτικού τύπου επιχείρηση που εξαπέλυσε το γαλλικό κράτος, με την εκδικητική ονομασία «Καίσαρας 2» (6 χρόνια πριν, είχε προηγηθεί μία ακόμη τεράστια επιχείρηση καταστολής της ZAD υπό την ονομασία «Καίσαρας» με 2.000 και πλέον χωροφύλακες και ειδικές δυνάμεις, η οποία απέτυχε κατόπιν σθεναρής αντίστασης χιλιάδων κατοίκων και αλληλέγγυων), επιστρατεύτηκαν πάνω από 2.500 μπάτσοι, εκατοντάδες στρατιωτικού τύπου οχήματα και αύρες, μπουλντόζες κατεδάφισης και χιλιάδες χειροβομβίδες διαφόρων ειδών, ενώ η όλη επιχείρηση έχει συνολικό κόστος 400.000 ευρώ ανά μέρα.

 

Η κοινότητα αγώνα της ZAD αποτελεί μια αγροτική ζώνη 16.5 τετραγωνικών χιλιομέτρων στα περίχωρα της Νάντης. Στην περιοχή, κάτοικοι και αλληλέγγυοι/ες με διαρκείς αγώνες που ξεκίνησαν μισό αιώνα πριν εμπόδισαν την κατασκευή ενός μητροπολιτικού αεροδρομίου που θα κατέστρεφε την περιοχή.

Η έκταση και η ένταση της καταστολής βρίσκει στον αντίποδα την αντίσταση που για μια ακόμη φορά προβάλλουν οι κάτοικοι της ZAD και αλληλέγγυοι/ες, μπολιάζοντας συγχρόνως άλλες εστίες αγώνα και στήνοντας ανάχωμα σε ένα κόσμο διαταγών, απαγορεύσεων και καπιταλιστικής ερημοποίησης. Μία αντίσταση που έρχεται με τη σειρά της να προστεθεί σε έναν ευρύτερο κύκλο φοιτητικών, ταξικών και κοινωνικών αγώνων που λαμβάνουν χώρα το τελευταίο διάστημα στο γαλλικό κράτος. Με την αλληλεγγύη να αποτελεί για ακόμη μία φορά μία επικίνδυνη μεταβλητή ενάντια στους κυριαρχικούς σχεδιασμούς και την κρατική βία…

Αλληλεγγύη στη ZAD και στον αγώνα ενάντια στην στρατιωτικο-αστυνομική καταστολή,
την επιβολή και τους σχεδιασμούς του γαλλικού κράτους, την καπιταλιστική ερημοποίηση
Καταλήψεις και κοινότητες αγώνα ενάντια στην κρατική/καπιταλιστική βαρβαρότητα

Aκολουθεί το μεταφρασμένο κείμενο στην αγγλική γλώσσα
[here follows the previous text in english]

 

Πανό αλληλεγγύης στη ZAD που αναρτήθηκαν στο Μοναστηράκι και στο Πολυτεχνείo

 

During the last days, at the same time that the french war machine is spreading death in Syria allying with the U.S. and the U.K. for the beginning of air-bombings, in the interior of the french territory the intertemporal militaristic doctrines are getting flesh and blood for the repression and the evacuation of the liberated land of ZAD – Notre-dams-de-landes (Zone A Defendre or else Zone to Defend).
In the militaristic-type operation which the French state launched, with the revengeful name “Caesar 2” (6 years before, there had been another large operation for the repression of ZAD called “Caesar” with more than 2.000 gendarmes and special units, which had failed after a strong resistance of thousands of residents and solidars), more than 2.500 cops were drafted, hundreds of military-type vehicles, demolition bulldozers and thousands of grenades, while the total daily cost of the operation reached 400.000 euros.
The struggling community of ZAD is an agricultural zone of 16.5 square kilometers in the suburbs of Nantes. In this area, residents and solidars stopped the construction of metropolitan airport which would destroy the land, with struggles that began half a century ago.
The range and tension of the repression finds on the opposite the resistance that once more is showed by ZAD residents and solidars, grafting at the same time other shelters of struggles and opposing a mound against a world of orders, prohibitions and capitalistic desolation. A resistance that comes to be added on a wider circle of student, class and social struggles which take place during the last time period at the french state. With solidarity consisting once more a dangerous variable against the dominant plans and the state violence…

 

Solidarity to ZAD and to the struggle against the military-police repression, the imposing and the plans of the French state, the capitalistic desolation 
Squats and struggle-communes against the state/capitalistic barbarism 

 

Against the military-police repression of ZAD – Solidarity to the squatted lands of Nantes (France) [Monastiraki Square, Athens]
Solidarity to the land squatters (ZAD) in Nantes who blocked the airport creation and are being repressed by the french state – Against the world of orders, prohibitions, repression and capitalistic desolation [«Polytechnio» University, Athens]

Για τους 8 διωκόμενους μετανάστες της Πέτρου Ράλλη και τους 35 διωκόμενους μετανάστες της Μόριας

*αναδημοσίευση από Συντονισμό Συλλογικοτήτων και Ατόμων Ενάντια στα Κέντρα Κράτησης

 

 

Με πρωτοβουλία του Συντονισμού συλλογικοτήτων και ατόμων ενάντια στα κέντρα κράτησης (ΣΣΑΕΚΚ) καλέστηκε ανοιχτή συνέλευση όπου συμφωνήθηκε το παρακάτω πλάνο δράσεων σχετικά με τις υποθέσεις των 8 και των 35 διωκόμενων μεταναστών από Πέτρου Ράλλη και Μόρια

  • 14/4 12:00 :: ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ (Μοναστηράκι)
  • 20/4 9:00 :: ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΣΤΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ για τους 35 (Χίος)
  • 21/4 12:00 :: ΜΟΤΟΠΟΡΕΙΑ & ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΕΤΡΟΥ ΡΑΛΛΗ (εκκίνηση από Π.Άρεως)
  • 27/4 9:00 :: ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΣΤΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ για τους 8 (Λουκάρεως)

ΚΑΤΩ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΠΟ ΔΙΩΚΟΜΕΝΟΥΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ

ΤΗΣ ΠΕΤΡΟΥ ΡΑΛΛΗ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΟΡΙΑΣ!


Το κείμενο του συντονισμού:

Στις 31 Μαΐου 2017, στη Διεύθυνση Αλλοδαπών Αττικής, γνωστή ως Πέτρου Ράλλη, 8 μετανάστες συλλαμβάνονται ύστερα από επίθεση που δέχτηκαν από τους δεσμοφύλακες μέσα στα κελιά τους. Η αφορμή για την επίθεση ήταν πως οι μετανάστες ζητούσαν να επικοινωνήσουν με τον διευθυντή ώστε να ενημερωθούν για την εξέλιξη της κράτησης τους, όντας ήδη 8 έως 10 μήνες κρατούμενοι. Η απάντηση στο απλό αυτό αίτημα ήταν να τους ξυλοφορτώσουν άγρια, με αποτέλεσμα να μεταφερθούν και οι οχτώ στο νοσοκομείο με ανοιγμένα κεφάλια και σπασμένα χέρια. Στη συνέχεια, για τη συγκάλυψη του ξυλοδαρμού, στήθηκε αμέσως δικογραφία εναντίον τους. Μια αντανακλαστική κίνηση στην οποία πάντα καταφεύγουν οι βασανιστές όταν θέλουν να δικαιολογήσουν τη βία τους.

Οι λόγοι για τους οποίους οι έγκλειστοι μετανάστες διαμαρτύρονταν δεν είναι απλώς πως βρίσκονται στα κελιά της Πέτρου Ράλλη χωρίς να έχουν τελέσει κανένα ποινικό αδίκημα (πέραν της έλλειψης εγγράφων) αλλά το ότι βρίσκονται φυλακισμένοι για πολλούς μήνες μέσα σε ένα τελείως αόριστο πλαίσιο κράτησης. Στην Πέτρου Ράλλη, όπως και όλα τα κέντρα κράτησης, ο έγκλειστος δεν ξέρει και δεν ενημερώνεται για πόσο καιρό θα κρατείται. Έτσι, ξυπνάει κάθε πρωί με την ελπίδα ότι θα ελευθερωθεί, και κοιμάται κάθε βράδυ με το βάρος άλλης μιας μέρας στο κλουβί, κάτι που μόνο ως βασανιστήριο μπορεί να νοηθεί. Όταν απέναντι στη μεταχείριση αυτή, οι έγκλειστοι/ες μετανάστες/ριες τολμούν να προβούν στην ελάχιστη διαμαρτυρία η απάντηση του κράτους είναι βίαιη, οργανωμένη και προμελετημένη.

Μέσα στην στημένη δικογραφία εναντίον τους περιέχεται πως υπήρξε «κλιμάκωση της έντασης», πως οι κρατούμενοι «προσπάθησαν να αποδράσουν χτυπώντας συντονισμένα την κεντρική πόρτα της πτέρυγας για να τη σπάσουν» και ότι δήθεν, στην προσπάθεια τους να τραπούν σε φυγή «γλίστρησαν και χτύπησαν μόνοι τους». Αυτό που έγινε στην πραγματικότητα είναι ότι οι μπάτσοι απρόκλητα εισέβαλαν στα κελιά και ξυλοκόπησαν όποιον βρήκαν μπροστά τους ενώ οι μετανάστες χτυπούσαν την πόρτα της πτέρυγας ζητώντας να δούνε τον διευθυντή και να ενημερωθούν για τον χρόνο της κράτησης τους.

Αν και στην συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχει βίντεο, που καταδεικνύει τον τρόπο «διαχείρισης» των μεταναστών με τη χρήση βίας, οι ανθρωποφύλακες έχουν το θράσος να υποστηρίζουν το ακριβώς αντίθετο και η εισαγγελική αρχή να υιοθετεί αυτά τα ψέματα. Το γεγονός αυτό δεν μας εκπλήσσει, απλά επιβεβαιώνει ότι οι κάμερες, όπως και όλα τα μέσα παρακολούθησης, εξυπηρετούν μονάχα τους σκοπούς αυτών που τα χειρίζονται, της εξουσίας και των παρατρεχάμενών της.

Το ίδιο καλοκαίρι, οι ίδιες σκηνές βίας επαναλαμβάνονται στο κέντρο κράτησης της Μόρια στη Λέσβο. Μετά από μια σειρά από κινητοποιήσεις που λήγουν με την εξέγερση στις 18 Ιουλίου 2017 από τους/τις έγλειστους/ες μετανάστες/στριες, οι ανθρωποφύλακες ορμούν, ξυλοφορτώνουν και συλλαμβάνουν 35 μετανάστες στο σωρό.

Η δικογραφία τους στήθηκε χρησιμοποιώντας επίσης το κακούργημα της στάσης κρατουμένου και τους απειλεί με πολυετή ποινική κράτηση. Τα κοινά σημεία των δύο υποθέσεων δεν εμπίπτουν μόνο στην ποινική δίωξη που ασκείται με την σχεδόν ταυτόχρονη σύλληψη τους. Tόσο οι 8 όσο και οι 35, βρίσκονταν διοικητικά κρατούμενοι, σε άθλιες συνθήκες χωρίς δυνατότητα ενημέρωσης για τη διάρκεια του εγκλεισμού τους, και έγιναν οι δέκτες της βίαιης κατασταλτικής πρακτικής του κράτους με την ίδια κεντρική πολιτική απόφαση.

Παρά το όποιο φιλανθρωπικό προσωπείο προσπαθεί το κράτος, είτε με αριστερή είτε με δεξιά διαχείριση, να προβάλει προς την κοινωνία, η διαχείριση των μεταναστριών-ων γίνεται με ένα ευρύ φάσμα κατασταλτικών πρακτικών που εφαρμόζονται από τις φυλακές-νησιά μέχρι και τα κέντρα στην ενδοχώρα. Άθλιες συνθήκες διαβίωσης, απομόνωση και εξαφάνιση από τη σφαίρα του ορατού, κράτηση που κανείς δεν ξέρει το τέλος της, καθημερινοί βασανισμοί και ξυλοδαρμοί για ασήμαντη αφορμή, δικογραφίες και φυλακίσεις για παραδειγματισμό. Η Πέτρου Ράλλη, ως Διεύθυνση Αλλοδαπών Αττικής αποτελεί κομβικό σημείο στο σχεδιασμό και στην εφαρμογή της επίσημης μεταναστευτικής πολιτικής και οι συνθήκες εγκλεισμού που επικρατούν εκεί μπορούν κάλλιστα να αποτελέσουν πρότυπο για τη «διαχείριση» όλων των μεταναστών. Το βασικό απρόβλεπτο εμπόδιο σε αυτά τα σχέδια είναι οι αντιδράσεις κυρίως από τους ίδιους τους κρατούμενους, που θα θελήσουν να αντισταθούν στην αναίτια κράτηση τους.

Είναι κρίσιμο η έκβαση αυτού του αγώνα να μην καταρρακώσει για ακόμη μία φορά την αντίσταση εντός των τειχών. Ένα δυνατό κίνημα αλληλεγγύης μπορεί να αφήσει παρακαταθήκη που δε θα σβηστεί τόσο εύκολα και θα αποτελέσει έναυσμα για αιχμηρότερους αγώνες.

Γιατί απέναντι σε οποιονδήποτε εγκλεισμό, ακόμα και σε αυτόν με το πιο ανθρωπιστικό προσωπείο, η αντίσταση, από την πιο μικρή καθημερινή πράξη μέχρι την πιο βίαιη εξέγερση, δεν είναι ούτε νόμιμη ούτε παράνομη, είναι απλά δίκαιη.

Όσο μετανάστες και μετανάστριες στοιβάζονται σε κελιά και σε κέντρα κράτησης, εμείς θα προσπαθούμε να εφευρίσκουμε τρόπους να στεκόμαστε δίπλα τους.

Όσο άνθρωποι διαχωρίζονται με βάση τα έγγραφα που βρίσκονται στην τσέπη τους ή τη χώρα προέλευσής τους, εμείς θα φωνάζουμε ότι τα σύνορα είναι χαρακιές στο σώμα της γης και θα κάνουμε ο,τι νομίζουμε για να τις εξαλείψουμε.

ΚΑΜΙΑ ΔΙΩΞΗ ΣΤΟΥΣ 8 ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΤΗΣ Π. ΡΑΛΛΗ

ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ 35 ΔΙΩΚΟΜΕΝΟΥΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΤΗΣ ΜΟΡΙΑΣ

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΑΝΤΙΣΤΕΚΟΝΤΑΙ

Συντονισμός συλλογικοτήτων και ατόμων ενάντια στα κέντρα κράτησης (ΣΣΑΕΚΚ)

Μια σύντομη ενημέρωση για το δικαστήριο των 91 συντρόφων και συντροφισσών από την ανακατάληψη της villas amalias

*αναδημοσίευση από indymedia

Την Πέμπτη 22 Μαρτίου πραγματοποιήθηκε η δίκη για την ανακατάληψη της villa amalias που έγινε στις 9/1/2013. Εκείνο το πρωινό 92 συντρόφισσες και σύντροφοι αιφνιδίασαν τις αστυνομικές δυνάμεις που φρουρούσαν το εκκενωμένο (από τις 20/12/12) κτίριο της κατάληψης και ανακατέλαβαν την villa amalias, που για πάνω από 20 χρόνια αποτελούσε ένα εργαστήρι απελευθερωτικών δυναμικών, ένα χώρο έκφρασης και δημιουργίας, ένα ανάχωμα στην κρατική και καπιταλιστική βαρβαρότητα καθώς και ένα σταθερό εμπόδιο απέναντι στους φασίστες στην ευρύτερη περιοχή της πλ. Βικτωρίας και του Αγ. Παντελέημονα. Η ανακατάληψη της villas έγινε την ίδια ώρα με την κατάληψη των κεντρικών γραφείων του τότε αριστερού κυβερνητικού εταίρου, της ΔΗΜΑΡ. Ακολούθησαν συγκέντρωση στο υπουργείο Οικονομικών που βρισκόταν ο τότε πρωθυπουργός Σαμαράς, πορεία στο κέντρο της Αθήνας καθώς και πολύμορφες κινήσεις αλληλεγγύης σε όλο τον ελλαδικό χώρο, που κορυφώθηκαν με την μεγάλη πορεία αλληλεγγύης των 10.000 αγωνιζόμενων ανθρώπων προς τα δικαστήρια της Ευελπίδων, όταν οι συλληφθέντες/είσες αντιμετώπιζαν τον ανακριτή.
Το δικαστήριο των 91 έκλεισε έναν κύκλο σχεδόν 5 χρόνων, όπου οι σύντροφοι και οι συντρόφισσες βρίσκονταν όμηροι των κρατικών πολιτικών καταστολής, έχοντας αρχικά κατηγορηθεί με κακουργήματα, ενώ τους είχαν επιβληθεί και περιοριστικοί όροι (οι οποίοι έπεσαν σε προηγούμενη δικάσιμο που είχε υπάρξει αναβολή, ενώ αρκετοί από τους 91 είχαν μονομερώς αμφισβητήσει τους περιοριστικούς όρους). Έτσι φτάσαμε στη δίκη, όπου είχαν πέσει 2 κατηγορίες (το κακούργημα λόγω της επιβαρυντικής διάταξης του «κουκουλονόμου» και η εξύβριση) και οι κατηγορούμενοι/ες παραπέμφθηκαν με αυτές της διατάραξης κοινής ειρήνης και της απείθειας (για άρνηση του φακελώματος μέσω της δακτυλοσκόπησης).
Από την εξέταση του πρώτου μπάτσου μάρτυρα κατηγορίας φάνηκε ότι το προεδρείο ήθελε να προχωρήσει σε μια fast-track εκδίκαση της υπόθεσης, αντιλαμβανόμενο ότι δεν θα μπορούσε να αξιοποιηθεί με ποινή το σαθρό και ανυπόστατο κατηγορητήριο. Αυτή η προσπάθεια για διεκπεραίωση της δίκης κορυφώθηκε όταν ξεκίνησαν οι«απολογίες» και η πρόεδρος αποπειράθηκε να μην αφήσει τους/τις κατηγορούμενους/-ες να αρθρώσουν πολιτικό λόγο, ώστε το κράτος να βάλει την τελευταία λέξη στην υπόθεση. Το προεδρείο του δικαστηρίου είχε σαφή στόχο να τελειώσει γρήγορα η διαδικασία ώστε να αποπολιτικοποιηθεί η κίνηση της ανακατάληψης με μια -πιθανότατα- αθωωτική απόφαση. Αυτή η προσπάθεια απαντήθηκε και αποκρούστηκε από την αποφασιστικότητα των κατηγορούμενων που απαίτησαν να τοποθετηθούν πολιτικά τόσο για τη σύλληψή τους όσο και για τη δίκη και τις σημασίες της. Το προεδρείο έφτασε στο σημείο να διακόψει 2 φορές τη διαδικασία για να εξομαλυνθεί η κατάσταση και όταν επέστρεψε, αναγκάστηκε να «επιτρέψει» στους κατηγορούμενους να τοποθετηθούν.
Μέσα από τις «απολογίες» των συντροφισσών και των συντρόφων αναδείχθηκε η ιστορικότητα της villas amalias και η σημασία της παρουσίας της τόσο στην ευρύτερη περιοχή όσο και οι πολύπλευρες σημασίες της για το αναρχικό/αντιεξουσιαστικό κίνημα, αντιστράφηκαν οι όροι και βρέθηκαν ως κατηγορούμενοι το κράτος, η δημοτική αρχή και οι πολιτικές κοινωνικής και οικονομικής λεηλασίας και ταυτόχρονα παρουσιάστηκε η σπουδαία πολιτική παρακαταθήκη που άφησε η κίνηση της ανακατάληψης. Παράλληλα στοχοποιήθηκε πολιτικά  η κατασταλτική πολιτική απέναντι στις καταλήψεις εκείνη την εποχή αλλά και αργότερα, με την εκδικητική εκκένωση -ως η κρατική απάντηση στην ανακατάληψη της villas- της κατάληψης Σκαραμαγκά, την εισβολή στη Λέλας Καραγιάννη, τον κύκλο των εκκενώσεων των καταλήψεων σε επαρχιακές πόλεις που ακολούθησε καθώς και τις πολύ πρόσφατες επιθέσεις σε αυτοοργανωμένους χώρους.  Οι συντρόφισσες και οι σύντροφοι που δικάστηκαν απέκρουσαν πολιτικά τις κατηγορίες και τις επέστρεψαν στο προεδρείο και τους πολιτικούς του προϊσταμένους. Η απόφαση του δικαστηρίου δεν μπορούσε να είναι άλλη από την απαλλαγή των κατηγοριών για τους/τις 91 κατηγορούμενες/κατηγορούμενους.
Η δίκη αυτή δεν ήταν τίποτα άλλο παρά άλλος ένας σταθμός στη διαδρομή της υπεράσπισης των καταλήψεων και των αυτοοργανωμένων χώρων ως αναπόσπαστο κομμάτι των κοινωνικών και ταξικών αγώνων, εν μέσω μάλιστα ενός νέου κύκλου κρατικής (υπό την αριστερή πολιτική διαχείριση) και φασιστικής επίθεσης απέναντι σε αυτούς τους χώρους που εξελίσσεται το τελευταίο χρονικό διάστημα. Οι καταλήψεις αποτελούν αναχώματα απέναντι στην κοινωνική και ταξική λεηλασία, την κοινωνική απονέκρωση και τον εκφασισμό, που υπόσχεται και προωθεί η κυριαρχία. Οι καταλήψεις και οι αυτοοργανωμένοι χώροι είναι εδάφη στα οποία ζυμώνονται οι ιδέες και οι θεωρήσεις για την κοινωνική ανατροπή. Είναι χώροι στους οποίους εδαφικοποιούνται ανταγωνιστικές προς το υπάρχον σχέσεις συντροφικότητας, συλλογικότητας και αλληλεγγύης, οριζόντια, αντιιεραρχικά, αδιαμεσολάβητα, χωρίς κοινωνικούς, ταξικούς, έμφυλους και κάθε είδους διαχωρισμούς.
Villa Amalias κατάληψη για πάντα
Αλληλεγγύη στις καταλήψεις και τους αυτοοργανωμένους χώρους

Κάποιες/κάποιοι από τους 92 συλληφθέντες της ανακατάληψης

 

Κανένα έθνος δεν μας ενώνει – Κανένα όνομα δεν μας χωρίζει (Διασυλλογικό κείμενο σχετικά με τα πρόσφατα εθνικιστικά συλλαλητήρια για το «μακεδονικό»)[ελληνικά & αγγλικά]

 

 

Για να διαβάσετε το κείμενο σε μορφή pdf, πατήστε εδώ.

ΚΑΝΕΝΑ ΕΘΝΟΣ ΔΕΝ ΜΑΣ ΕΝΩΝΕΙ – ΚΑΝΕΝΑ ΟΝΟΜΑ ΔΕΝ ΜΑΣ ΧΩΡΙΖΕΙ
(σχετικά με τα πρόσφατα εθνικιστικά συλλαλητήρια για το «μακεδονικό»)

Ο γεωγραφικός χώρος που ονομάζεται Μακεδονία σήμερα καταλαμβάνεται από διάφορα κράτη: ως επί το πλείστον από το ελληνικό, το μακεδονικό και το βουλγαρικό, με κάποιες άκρες της να βρίσκονται στο αλβανικό και το σερβικό. Ιστορικά, η περιοχή αυτή -όπως άλλωστε και ολόκληρη η Βαλκανική χερσόνησος στην οποία εντάσσεται- χαρακτηρίζεται από μία διαχρονική και επίμεικτη συνύπαρξη ανθρώπων και κοινοτήτων, χωρίς καμία εθνοτική-φυλετική-γλωσσική-θρησκευτική «καθαρότητα». Η έλευση όμως της εποχής των εθνών-κρατών και του κεφαλαίου, από τις αρχές του 19ου αιώνα και έπειτα, έθεσε συγχρόνως την κρατική προσταγή της εθνικής ομογενοποίησης των κοινοτήτων με κάθε κόστος, προκειμένου να κατασκευαστούν και να διατηρηθούν τα έθνη με τα αντίστοιχα κράτη τους. Έτσι, κατά την περίοδο της σταδιακής εξασθένισης και διάλυσης της οθωμανικής αυτοκρατορίας σήμανε μία ατέρμονη περίοδος πολέμων, ομαδικών σφαγών, εκτοπισμών ή αποκλεισμών αλλά και καταναγκαστικής ενσωμάτωσης των κατά τόπους «ανομοιογενών» πληθυσμών. Κομβική περίοδος αυτής της διαδικασίας «εθνοκάθαρσης» υπήρξαν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι των ετών 1912-13, περίοδος κατά την οποία ο επεκτατισμός του ελληνικού κράτους διπλασίασε τα τότε εδάφη του κατακτώντας για πρώτη φορά ένα μέρος της Μακεδονίας μαζί με τη Θεσσαλονίκη και αυξάνοντας τον πληθυσμό του κατά 75%. Η στρατιωτική/παραστρατιωτική βία και τρομοκρατία εναντίον των κατοίκων της Μακεδονίας (π.χ. από τους περιβόητους και καθαγιασμένους σήμερα «μακεδονομάχους» της ελληνικής ιστορίας) είναι ενδεικτική, καθώς ο πληθυσμός που θα μπορούσε τότε να εκληφθεί ως «ελληνικός» έφτανε κατ’ αναλογία μόλις το 10% του συνολικού πληθυσμού. Άλλωστε, ο ελληνικός εθνικισμός -από τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι και την μικρασιατική εκστρατεία- πρωτοστατούσε στον αλυτρωτισμό, μέσω του κυρίαρχου ιδεολογήματος της «Μεγάλης Ιδέας» που προσέβλεπε στην εδαφική ενσωμάτωση διαφόρων «αλύτρωτων πατρίδων και αδερφών».

Έτσι, από τα τέλη του 19ου αιώνα έως τα πιο πρόσφατα χρόνια, όλη η περιοχή της Μακεδονίας βρίσκεται στη δίνη των εθνικισμών, των πολέμων, των αλυτρωτισμών, της φυλετικής και θρησκευτικής μισαλλοδοξίας, των εκάστοτε διακρατικών και πολιτικών ανταγωνισμών. Τα κράτη της Ελλάδας, της Βουλγαρίας, της Σερβίας (και ύστερα του Βασιλείου της Γιουγκοσλαβίας) επιδόθηκαν σε μία αιμοσταγή πολιτικο-στρατιωτική θωράκιση της εθνικής τους υπόστασης και ταυτόχρονη αμφισβήτηση των γειτονικών τους εθνικισμών. Στη συνέχεια, η εγκαθίδρυση της Σοσιαλιστικής Γιουγκοσλαβίας έβαλε στη «συντήρηση» τα εθνικά ζητήματα χωρίς όμως επουδενί να τα ακυρώνει. Γεγονός που επιβεβαιώνεται από την εκρηκτική επιστροφή του εθνικισμού στις αρχές του ’90 όταν συντελέστηκε η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας σε διάφορα μικρότερα έθνη-κράτη, μαζί με την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ. Ο επακόλουθος πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία ανέδειξε ένα εθνικιστικό ντελίριο σε όλα τα Βαλκάνια με την ισοπέδωση πολλών πόλεων και κοινοτήτων καθώς επίσης και με όλες τις απαραίτητες σφαγές και εκτοπισμούς εκατομμυρίων ανθρώπων οι οποίοι δεν «χωρούσαν» στις νέες εθνοκρατικές οριοθετήσεις. Η Δημοκρατία της Μακεδονίας δημιουργήθηκε ως απόρροια της -διεθνώς αναγνωρισμένης, μαζί με το μετεμφυλιακό ελληνικό κράτος- Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, όπως έγινε αντίστοιχα π.χ. με τις Δημοκρατίες της Σερβίας, της Κροατίας, της Σλοβενίας. Στο πλαίσιο αυτό, το μακεδονικό κράτος έπρεπε να στεριώσει τον δικό του εθνοκρατισμό ανάμεσα σε διάφορα άλλα κράτη, όπως το ελληνικό στα νότιά του. Ένα ελληνικό κράτος, το οποίο από θέση ισχύος -ως ο βασικότερος συστημικός πυλώνας του καπιταλισμού στα Βαλκάνια- μόνο αμέτοχο ή φιλειρηνικό δεν στάθηκε μπροστά στην λαίλαπα του πολέμου: στήριξε ενεργά τον σερβικό εθνικισμό και τον αντι-μουσουλμανισμό (με πρωτοφανείς και οργανωμένες σφαγές χιλιάδων μουσουλμάνων), ενώ αδιαπραγμάτευτα αρνήθηκε τη χρήση του ονόματος που είχε μέχρι τότε το διπλανό κράτος, συμμετείχε σε μυστικές διαβουλεύσεις για την αναδιανομή ή την προσάρτηση εδαφών της Μακεδονίας και της Αλβανίας, κήρυξε εμπάργκο απέναντι στον πληθυσμό του νεοσύστατου κράτους, οργάνωσε μία δυναμική οικονομική διείσδυση ελληνικών κεφαλαίων (τα οποία μέχρι σήμερα αυξάνονται αποτελώντας δομικό συστατικό της μακεδονικής οικονομίας), στήριξε τις ΝΑΤΟϊκές επεμβάσεις στο Κόσσοβο. Παράλληλα, στην ελληνική ενδοχώρα, όλοι οι ιδεολογικοί μηχανισμοί έσπευσαν να καλλιεργήσουν ένα εθνικιστικό και ρατσιστικό παραλήρημα, με βασικό σύνθημα το αλυτρωτικό: «η Μακεδονία είναι μία και ελληνική».

Έτσι, από το 1991 έως και σήμερα, με πρόσχημα τους όρους ύπαρξης ή ανυπαρξίας της λέξης «μακεδονία» σε μία κρατική ονομασία, τόσο ο ελληνικός όσο και ο μακεδονικός εθνικισμός διαχέονται, δηλητηριάζοντας αμοιβαία τις κοινωνίες τους με μίσος, σωβινισμό, κατάφωρες ιστορικές παραχαράξεις, θρησκοληψία και ρατσισμό. Στο όνομα λοιπόν μίας… «ονομασίας», οι δύο εθνικισμοί διαγκωνίζονται πάνω στους μύθους τους. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αποτελεί το ποιος θα επικρατήσει ως ο πιο «περήφανος» και «αυθεντικός» απόγονος του μέγα-μακελάρη Αλέξανδρου (ένας από τους μεγαλύτερους χασάπηδες-αυτοκράτορες που πραγματοποίησε μία από τις μεγαλύτερες και πιο αιματοβαμένες κατακτητικές εκστρατείες στην ιστορία), σαν να μην έχουν μεσολαβήσει εν τω μεταξύ 2.500 χρόνια αμέτρητων κοινωνικών προσμίξεων. Παράλληλα, επιχειρούν να τονώσουν στους υπηκόους τους το -ήδη ακμαίο από τα αντιμεταναστευτικά δόγματα- σύνδρομο της ξενοφοβίας καθώς και το καθεστώς φόβου και ανασφάλειας, προκειμένου να αποκομίσουν ακόμα περισσότερη υποταγή στην κρατική και καπιταλιστική εξουσία, τους θεσμούς τους, τα δόγματα και τα ιδεολογήματά τους. Επιπλέον, σμιλεύουν έναν κοινωνικό συντηρητισμό στον οποίο αφενός νομιμοποιείται εκ νέου κάθε εξουσιαστικός πυλώνας (θρησκεία, μιλιταρισμός, πατριαρχία κ.α.), αφετέρου βρίσκει το «πελατολόγιο» του κάθε επίδοξος ιδεολογικός εκφραστής, ψηφοθήρας ή έμπορος του πατριωτισμού. Τέλος, σε κάθε τέτοια ευκαιρία δεν λείπουν και τα κάθε λογής φασιστικά μορφώματα (κομματικά, παρακρατικά, κ.α.) που αναλαμβάνουν τον ρόλο της ιδεολογικής και πρακτικής εμπροσθοφυλακής της κρατικής εξουσίας και των σχεδιασμών της.

Το αιωνόβιο πια «μακεδονικό ζήτημα» έχει επιβληθεί εκ νέου στη δημόσια ατζέντα, με επίδικο αυτήν τη φορά την εισδοχή της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. (που από τις αρχές του ‘90 επιχειρούν να αφομοιώσουν ή να ελέγξουν τις περιοχές της πρώην Γιουγκοσλαβίας). Σε μία περίοδο ανάτασης των πολεμικών επιχειρήσεων (π.χ. Συρία, Τουρκία), των γεωστρατικών σχεδιασμών (π.χ. οι Α.Ο.Ζ. στη Μεσόγειο, η Μέση Ανατολή, κ.α.), των εθνικών-ρατσιστικών ιδεολογημάτων (ισλαμοφοβία, ακροδεξιός λόγος) και της συστημικής θωράκισης απέναντι σε «επικίνδυνες μεταβλητές» ή «περισσευούμενους πληθυσμούς» (κοινωνικές αναταραχές, μεταναστευτικά ρεύματα κ.α.), η απρόσκοπτη συνέχιση των κρατικών-καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων αποτελεί μία κρίσιμη επιδίωξη της κυριαρχίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η μεγαλύτερη ΝΑΤΟϊκή βάση παγκοσμίως στα σύνορα Μακεδονίας-Κοσσυφοπεδίου: η πλανητική στρατιωτική-οικονομική λεηλασία εκ μέρους της ευρω-ατλαντικής συμμαχίας δεν μπορεί να βρίσκει αναχώματα από «διμερή ζητήματα». Ταυτόχρονα, η συνύπαρξη δύο σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων και στα δύο «αντιμαχόμενα» κράτη διαμορφώνει τη δυνατότητα μίας καθόλα εθνοκεντρικής μεν, συστημικά ομαλής δε, διευθέτησης του «μακεδονικού ζητήματος». Κάτι που αποδεικνύει ότι οι αριστερές κυβερνήσεις όχι μόνο δεν στέκονται ενάντια στους εθνικισμούς αλλά αποτελούν έναν απαραίτητο και εκσυγχρονιστικό εκφραστή τους.

Στο πλαίσιο αυτό, το ελληνικό κράτος (και το εγχώριο κεφάλαιο) αποσκοπεί στη διατήρηση της ηγεμονικής του θέσης μεταξύ των βαλκανικών κρατών, σε μία γενικότερη «πολυεπίπεδη» στρατηγική: προβάλει την πολιτική και συνοριακή σταθερότητα, τη διαχείριση του μεταναστευτικού, αναδιατάσσει τις συμμαχίες του στη βάση της real politic (π.χ. ελληνοϊσραηλινή συμμαχία), διαγκωνίζεται (ειδικά με το τούρκικο κράτος) για τις ΑΟΖ, διαπραγματεύεται αγωγούς ενέργειας, αναπτύσσεται ως βασικός ευρωπαϊκός κόμβος διαχείρισης εμπορευμάτων, ενισχύει την τουριστική της βιομηχανία, επεκτείνει τις νατοϊκές «βάσεις του θανάτου». Απαραίτητο συμπλήρωμα της εθνοκρατικής αυτής στρατηγικής είναι η εξεύρεση μίας συμβιβαστικής λύσης για το «μακεδονικό», η οποία να διαχειριστεί το ριζωμένο ιδεολόγημα της «μίας και ελληνικής Μακεδονίας». Παράλληλα, εν μέσω της βαθιάς ταξικής λεηλασίας ελέω «κρίσης» (με υψηλή ανεργία, εντεινόμενη φοροεπιδρομή, αθρόες κατασχέσεις, ελαστικότερη κακοπληρωμένη εργασία), της επίτασης των κοινωνικών/ταξικών αποκλεισμών, της επιτήρησης και του εγκλεισμού (π.χ. με την «αναδιάρθρωση» των Μ.Μ.Μ. ή τον νέο σωφρονιστικό κώδικα), της θανατο-πολιτικής ενάντια σε πρόσφυγες/μετανάστες (με στρατόπεδα συγκέντρωσης, κέντρα κράτησης-κολαστήρια, απελάσεις), μία εθνικιστική ατζέντα έχει όπως πάντα θετική επίδραση για την εξουσία, ενάντια σε οποιαδήποτε κοινωνική διεργασία αντίστασης, ανυπακοής και αλληλεγγύης. Από τα αριστερά του συστήματος έως την άκρα δεξιά, από τον «απλό πατριώτη» μέχρι με τους πιο ακραίους εθνικιστές, η βάση της συζήτησης είναι μία: η πατριδολαγνεία, η εθνική ολοκλήρωση, η υποταγή σε ιεραρχικούς θεσμούς εξουσίας (κρατικούς, κομματικούς, στρατιωτικούς, εκκλησιαστικούς) και η διασφάλιση της κρατικής μηχανής ενάντια στους «από κάτω» και ενάντια σε οποιαδήποτε χειραφετημένη κίνηση πέρα από τους επίπλαστους διαχωρισμούς του έθνους, της φυλής, του φύλου, της θρησκείας.

Τα εθνικιστικά συλλαλητήρια των τελευταίων ημερών δεν αποσκοπούν σε τίποτα άλλο παρά στην ανάταση και τη συστράτευση του εθνικού κορμού στο πλάι του ελληνικού κράτους, για την ενίσχυση των διαπραγματεύσεων σε ένα εκ των πραγμάτων ξεπερασμένο διακύβευμα «ονοματοδοσίας» από τα κράτη και το κεφάλαιο (ήδη, 140 κράτη από τα περίπου 200 παγκοσμίως αποκαλούν την «Δημοκρατία της Μακεδονίας» ως έχει, ενώ το «ελληνικό» κεφάλαιο είναι από τα πλέον ενεργά και εδραιωμένα στο συγκεκριμένο κράτος με επενδύσεις άνω του ενός δισεκατομμυρίου ευρώ). Γι’ αυτό και στη θέση της «υπεύθυνης διακριτικότητας» του επίσημου στρατού και της εκκλησίας, έχει καθίσει ένας θεσμικός βόθρος που ενεργεί καθ’ υπόδειξή τους: επίτιμοι και απόστρατοι καραβανάδες που ζητωκραυγάζουν τον μιλιταρισμό τους, ένα παπαδαριό που επιβεβαιώνει τον σκοταδισμό των θρησκειών, ένα φολκλορικό τσίρκο «πολιτιστικών» συλλόγων που επιδεικνύει την παραδοσιακή πνευματική ένδεια των εθνικοφρόνων και φυσικά κάθε λογής παρακρατικές γκρούπες που βρίσκουν την ευκαιρία να ξεράσουν τον θρασύδειλο φασισμό τους. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το εθνικιστικό συλλαλητήριο στη Θεσσαλονίκη στις 21/01 συνοδεύτηκε από διαδοχικές φασιστικές επιθέσεις (με την πλήρη κάλυψη της αριστερής αστυνομίας των ημερών) σε καταλήψεις, όπως αυτή στον ΕΚΧ Σχολείο (η οποία αποκρούστηκε από καταληψίες και αλληλέγγυους/ες) και όπως η διπλή φασιστική επίθεση στην Κατάληψη Libertatia, η οποία πυρπολήθηκε ολοσχερώς με σαφείς δολοφονικές προθέσεις. Ενώ, την επόμενη ημέρα στις 22/01, η κρατική καταστολή πήρε τη σκυτάλη χτυπώντας την αντανακλαστική πορεία αλληλεγγύης 1500 ατόμων που καλέστηκε στη Θεσσαλονίκη, με 5 συλληφθέντες διαδηλωτές στους οποίους ασκήθηκαν κακουργηματικές διώξεις.

Τα έθνη και οι εθνικισμοί, οι μύθοι και τα σύμβολά τους, είναι και θα παραμείνουν ιδεολογικές αυταπάτες που καλούν τους καταπιεσμένους να ενωθούν με τους καταπιεστές τους. Η ιστορία και τα εγκλήματά τους παγκοσμίως υποδηλώνουν τόσο τα ίδια τα συστατικά τους όσο και το μέλλον που υπόσχονται: πόλεμος, ξεριζωμός, εξόντωση και αποκλεισμός των «από κάτω» εντός και εκτός μίας εθνικής επικρατείας, προς όφελος κράτους και αφεντικών. Ενάντια στα εθνικά ιδεώδη και κάθε άλλο ιδεολόγημα της κυριαρχίας, προτάσσουμε τους κοινωνικούς/ταξικούς αγώνες των «από κάτω» ενάντια στην εξουσιαστική βαρβαρότητα των κρατών, των εθνών, του καπιταλισμού, των θρησκειών, των στρατών. Για ένα ανεξούσιο κόσμο ελευθερίας, αυτοοργάνωσης και αλληλεγγύης χωρίς σύνορα, κράτη, αφεντικά και επίπλαστους διαχωρισμούς.

ΣΕ ΕΛΛΑΔΑ – ΤΟΥΡΚΙΑ – ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ Ο ΕΧΘΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΣΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΑ

ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ ΕΙΝΑΙ ΜΑΤΩΜΕΝΕΣ ΧΑΡΑΚΙΕΣ ΣΤΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ ΠΛΑΝΗΤΗ

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΛΗΨΗ LIBERTATIA ΚΑΙ ΣΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ

Ρεσάλτο (Κερατσίνι), Συνέλευση της Πλατείας Κερατσινίου-ΔραπετσώναςΚατάληψη Σινιάλο (Αιγάλεω), Θερσίτης (Ίλιον), Κατάληψη Αγρός (Πάρκο Τρίτση), Αναρχικές/οί από τις δυτικές συνοικίες της Αθήνας και τον Πειραιά, Πρωτοβουλία για την Ολική Άρνηση Στράτευσης (Αθήνα)

 

 

NO NATION UNITES US – NO NAMING DIVIDES US

(Concerning the recent nationalistic rallies for the «macedonian issue»)

 

The geographical area called “Macedonia” is occupied nowadays by a number of states: mainly by Greece, Macedonia and Bulgaria, with some remote parts of it being located in Albania and Serbia. Historically, this area -just like the whole Balkan Peninsula which it is part of- is characterised by a timeless mixed co-existence of individuals and communities, without any kind of ethnotic-racial-linguistic-religious “purity”. The coming, though, of the era of nation-states and capital, since the beginning of the 19th century, set at the same time the state-command of national homogenization of communities at any cost, in order to construct and maintain nations with their respective states. Thus, during the gradual weakening and break-down of the Ottoman Empire, a never-ending period of wars, group slaughters, displacement or exclusions as well as forced intergration of the “heterogeneous” populations of each site began. A focal period of this ethno-cleansing procedure was the Balkan Wars of the years 1912-13, a period in which the expansionism of the Greek state doubled its territories at the time, conquering for the first time a part of Macedonia along with the city of Thessaloniki and increasing its population by 75%. The military/paramilitary force and terror spread against the residents of Macedonia (e.g. by the famous and sanctified today “macedonian-warriors” of Greek history) is indicative, as the population that could be considered “Greek” back then, made up just about 10% of the total population. Besides, Greek nationalism -from the middle of the 19th century to the military campaign in Asia Minor in the 1920s- took a lead in irredentism, through the dominant ideology of the “Great Idea” that was looking forward to territorial annexation of various “unredeemed lands and brothers”.

Thus, from the late 19th century to the most recent years, the entire area of Macedonia is in a vortex of nationalisms, wars, irredentisms, racial and religious bigotries, of every inter-state and political antagonisms. The states of Greece, Bulgaria, Serbia (and later the Kingdom of Yugoslavia) raced upon a bloody political-military shielding of their national status and simultaneously a dispute upon their neighboring nationalisms. Subsequently, the establishment of Socialistic Yugoslavia put the national issues on hold without invalidating them at all. A fact confirmed by the blasting comeback of nationalism in the early 90’s when the dissolution of Yugoslavia in several smaller nation-states occurred, along with the breakdown of the eastern block. The following war in Yugoslavia brought out a nationalistic delirium all over the Balkans with the demolition of many cities and communities, as well as with all the necessary slaughter and displacement of millions of people who did not “fit” in the new nation-state demarcations. The Republic of Macedonia was created as an outcome of the -internationally recognized along the post-civil-war Greek state- Socialist Republic of Macedonia, as was respectively done e.g. with the Republics of Serbia, Croatia, Slovenia. In this context, the macedonian state had to settle its own nation-statism amongst a number of other states, as the Greek one in its southern borders. A Greek state, that from a place of power -as the main systemic pillar of capitalism in the Balkans- did not stand uninvolved or peaceful towards the war fury: it actively supported the Serbian nationalism and the anti-muslimism (with phenomenal and organized slaughters of thousands of muslims), while it denied without negotiation the use of the name that the biplane state held until then, it took part in secret consultations for the redistribution or the annexation of land in Macedonia and Albania, it declared embargo towards the population of the newly-founded state, it organized a dynamic economical penetration of Greek capital (which has been increasing until today comprising a core component of the macedonian economy), it supported the NATO operations in Kosovo. Meanwhile, in the Greek mainland, all the ideological mechanisms rushed to cultivate a nationalistic and racist rave, with its main and irredentist slogan: “Macedonia is one and greek”.

So, from 1991 until today, with the pretext of the terms of existence or non-existence of the word “macedonia” in a state name, both Greek and Macedonian nationalisms are spreading, mutually poisoning their societies with hatred, chauvinism, blatant historical misrepresentations, religionism and racism. Thus, in the name of a… “naming”, the two nationalisms are fighting upon their myths. The most indicative example is who is going to prevail as the most “proud” and “original” offspring of Alexander the great-slaughterer (one of the greatest butcher-emperors who made one of the largest and bloodiest military conquering campaigns in history), as if 2.500 years of countless social miscegenation have not taken place in the meantime. Meanwhile, they try to tone to their subject citizens the –already thriving by the anti-migration doctrines- syndrome of xenophobia, as well as the regime of fear and insecurity, in order to gain even more submission towards state and capitalistic power, to their institutions, their doctrines and their ideologies. Moreover, they sculpt a social conservatism in which on one hand every power pillar is legitimized (such as religion, militarism, patriarchy) and on the other hand every wannabe ideological spokesman, vote-seeker or merchant of patriotism finds its clientele. Finally, in any such chance every kind of fascist structures (political-party, parastatal etc) cannot be absent, taking over the role of the ideological and practical vanguard of state power and its planning.

The now eternal “macedonian issue” is anew imposed on the public agenda, this time concerning the admission of Macedonia in the NATO and the EU (that since the ’90s have been trying to intergrate or control parts of former Yugoslavia). In a time of warfares uplifting (e.g. Syria, Turkey), of geostrategical planning (e.g. the Exclusive Economic Zones in the Mediterranean, the Middle East etc), of national-racist ideologies (islamophobia, far-right speech) and systemic shielding against “dangerous variables” or “superfluous populations” (social uprisings, migration flows etc), the uninterrupted continuity of state-capitalist restructuring constitutes a crucial pursuit of the dominance. A typical example, is the world’s largest NATO base on the borders of Macedonia and Kosovo: the planetary military-economic plunder on behalf of the euro-atlantic alliance can not meet obstacles from “bilateral issues”. At the same time, the coexistence of two “socialdemocratic” goverments in both “conflicting” states forms the possibility of an entirely ethnocentric, as well as systemic orderly settlement of the “macedonian issue”. Which proves that left goverments not only do not stand against nationalisms, but that they also constitute their necessary and modernizing mouthpiece.

In this context, the Greek state (and the domestic capital) aims in maintaining the preservation of its hegemonic position amongst Balkan states, in a more general “multi-level” strategy: it projects political and border stability, the handling of the migration issue, it reorders the alliances on a real-politik basis (e.g. Greek-Israeli alliance), it competes (especially against the Turkish state) for the Exclusive Economic Zones, it negotiates energy pipelines, it is emerging as a basic European hub on merchandise management, it reinforces the tourist industry, it expands the NATO “death bases”. A necessary supplement of this nation-centric strategy is the finding of a compromising solution for the “macedonian issue”, a solution that handles the deeply rooted ideology of “one and only Greek Macedonia”. At the same time, amidst the deep class plunder caused by the “crisis”, (with high unemployment rate, increasing tax-raids, massive seizure of assets, more flexible and underpaid employment), the intensification of social/class exclusions, surveillance and confinement (e.g. via the “restructuring” of public transportations or the new code of Penal Enforcement), the death-policies against refugees/migrants (with concentration camps, hellish detention centers, deportations), a nationalistic agenda has, as always, a positive impact on dominance, against any social process of resistance, disobedience and solidarity. From the systemic left to the far-right, from the “common patriot” to the most extremist nationalists, the basis of the debate is one: the lust for patriotism, the national fulfillment, the submission to hierarchical authority institutions (state, political parties, the army, church) and the assurance of the state mechanisms against the “ones below” and against any emancipated movement beyond the artificial separations of nations, race, gender, religion.

The recent nationalistic rallies aim to nothing else but the uplifting and engagement of the national core on the side of the Greek state, to reinforce the negotiations on the indeed obsolete, from states and capital, “naming” stake (already, 140 of the almost 200 states worldwide, call the “Republic of Macedonia” as such, while the “Greek” capital is one of the most active and well-established ones in the particular state with investments of more than one billion euros). That is why in the place of the “responsible discretion” of the official army and church has been appointed an institutional gutter that acts on their behalf: honorary and retired military that cheer about their militarism, a clergy that confirms the obscurantism of religion, a folklore circus of “cultural” associations demonstrating the traditional spiritual poverty of nationalists and of course parastatal groups of any kind that found the opportunity to throw out their dastard fascism. Within this context, the nationalistic rally of Thessaloniki on the 21/01 was accompanied by successive fascist attacks (having full cover from the left police of our days) against squats, such as the one on the Free Social Space “Sholeio” (“School”) that was repelled by squatters and solidary people, and the double fascist attack on the squat Libertatia, that was burned down to the ground in a clear murderous intention. All this, while on the following day of 22/01, state repression took over by striking down the reflexive solidarity demonstration of 1500 people that was called in Thessaloniki, resulting in 5 arrested protesters who were charged with criminal prosecutions.

Nations and nationalisms, their legends and symbols, have always been and will always remain ideological self-deceptions calling the oppressed to join hands with their oppressors. Their worldwide history and crimes reveal both what they are made of and the future they hold as well: war, uprooting, extermination, exclusion of the “ones below” within and out of a national territory, to the benefit of the state and the bosses. Against all national ideals and any other ideology of dominance, we put forward the social/class struggles of the “ones below” against the authoritarian brutality of states, nations, capitalism, religions, armies. For a world of no authorities, a world of freedom, self-organization and solidarity without borders, nations, bosses and artificial separations.

 

IN GREECE, TURKEY, MACEDONIA, THE ENEMY IS AT THE BANKS AND THE MINISTRIES

BORDERS ARE BLOODY SLASHES ON THE BODY OF THE PLANET

SOLIDARITY TO LIBERTATIA SQUAT AND TO ALL SQUATS

 

February 2018

Self-organised space of solidarity & rupture «Resalto» (Keratsini)

Local assembly of Keratsini-Drapetsona

«Sinialo Squat» for solidarity, self-organising, rupture (Aigaleo)

Space of scheming and subversion «Thersitis» (Ilion)

Self-organised squated land «Agros» (Tritsis Park)

Anarchists from the West Districts of Athens and Piraeus

Initiative for Total Army Objection (Athens)

Ενημέρωση για τις συντονισμένες παρεμβάσεις σε 3 σταθμούς Μετρό το Σάββατο 24/2

*αναδημοσίευση από indymedia
Το Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2018, σε συνέχεια της κοινής παρέμβασης της 27ης Ιανουαρίου στους σταθμούς του μετρό Συγγρού–Φιξ, Δάφνης και Αγίου Αντωνίου, πραγματοποιήθηκαν εκ νέου παράλληλες παρεμβάσεις στους σταθμούς Μετρό Αιγάλεω, Αγίου Δημητρίου, Δουκίσσης Πλακεντίας, στους οποίους έχουν ήδη κλείσει οι μπάρες. Περίπου 200 σύντροφοι και συντρόφισσες κρατήσαμε για μιάμιση ώρα ανοιχτές τις πύλες εισόδου-εξόδου των σταθμών, κρεμάσαμε πανό αποκλείοντας εκδοτικά μηχανήματα και εκδοτήρια και μοιράσαμε κείμενα αντιπληροφόρησης και λόγου σχετικά με το θέμα της μετακίνησης στην πόλη, της εν εξελίξει αναδιάρθρωσης και των νέων συστημάτων ελέγχου και αποκλεισμού.

Οι παρεμβάσεις έγιναν στο πλαίσιο των αυτοοργανωμένων δράσεων που πραγματοποιούνται συντονισμένα από την αρχή του έτους από Συνελεύσεις Γειτονιών, Στέκια, Καταλήψεις και Αναρχικές Ομάδες από την Αθήνα και τον Πειραιά για τις ελεύθερες μετακινήσεις ενάντια στους αποκλεισμούς στα Μ.Μ.Μ., τα συστήματα ελέγχου και επιτήρησης, τις μπάρες και το ηλεκτρονικό εισιτήριο και σε συνέχεια των επιμέρους κινήσεων στις οποίες έχουν προχωρήσει οι κατά τόπους συλλογικότητες τα τελευταία χρόνια.

Ακολουθεί το κοινό κείμενο που μοιράστηκε σε όλους τους σταθμούς.

ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΟΛΕΣ ΚΑΙ ΟΛΟΥΣ

Η αναδιάρθρωση στα μέσα μαζικής μεταφοράς ξεκίνησε στα τέλη του 2016 και βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Το νέο “έργο πνοής” περιλαμβάνει συστήματα τηλεματικής, ελεγχόμενες πύλες εισόδου-εξόδου, προσωποποιημένες κάρτες επιβίβασης, ηλεκτρονικά εισιτήρια, επιπλέον κάμερες παρακολούθησης, νέο διευρυμένο σώμα ελεγκτών και πρόσφατα, την απόφαση για φύλαξη των σταθμών και επιβολή των νέων μέτρων από την αστυνομία σε αντικατάσταση των δήθεν κοστοβόρων εταιρειών σεκιούριτι. Όλο αυτό συνθέτει για τα εκατομμύρια των χρηστών των Μ.Μ.Μ. μια πνιγηρή συνθήκη απαγορεύσεων, παρακολούθησης και ελέγχου, επέκτασης της εμπορευματοποίησης κάθε πτυχής της καθημερινότητας, διεύρυνσης των αποκλεισμών και των διαχωρισμών, περισσότερης καταστολής -τέτοια που κάνει τις διακηρύξεις του ΟΑΣΑ για “βιώσιμες και ελκυστικές μετακινήσεις” να ηχούν σαν κακόγουστο αστείο.

Η βιωσιμότητα και ο εκσυγχρονισμός στα Μ.Μ.Μ. είναι μέρος των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που εφαρμόζονται εδώ και δεκαετίες και στον ελλαδικό χώρο και έχουν ενταθεί στο περιβάλλον της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής κρίσης. Το κράτος αποσύρεται σταδιακά από την όποια προνοιακή κάλυψη και οι δημόσιες συγκοινωνίες ενσωματώνονται πλήρως στο πεδίο των υπηρεσιών των εμπορευμάτων και της επιχειρηματικότητας. Το σύνολο των Μ.Μ.Μ. έχουν ενταχθεί στο υπερταμείο αποκρατικοποιήσεων και επίκειται ο οικονομικός έλεγχός τους που, στην περίπτωση εύρεσης “ελλειμμάτων”, θα εμφανίσει ως αναγκαίες τις μειώσεις μισθών, τις απολύσεις εργαζομένων και την αύξηση του κομίστρου, ενώ την ίδια στιγμή βρίσκονται 125 εκατ. ευρώ για να δημιουργηθεί το νέο σύστημα ηλεκτρονικών καρτών-εισιτηρίων, καμερών και συρόμενων μπαρών. Απώτερος στόχος είναι να προσελκυστεί το ενδιαφέρον του ιδιωτικού κεφαλαίου, χωρίς ταυτόχρονα να επιβαρυνθεί με το κόστος της “αναδιάρθρωσης”. Επιδιώκεται σταδιακά η κανονικοποίηση της συνθήκης να πληρώνουμε και μάλιστα αδρά ακόμα και για την επιτήρηση και πειθάρχησή μας. Μια μπίζνα με διπλό όφελος για το κράτος και τα αφεντικά.

Οι μπάρες είναι φράχτες. Νέες οριοθετήσεις εντός του δημόσιου χώρου, νέα χάραξη ζωνών όπου κάποιος/α μπορεί να έχει πρόσβαση ή όχι. Ταυτόχρονα, ένα μεγάλο πλήθος καμερών εποπτεύει ασταμάτητα το επιβατικό κοινό. Όλες οι κινήσεις καταγράφονται, οι συμπεριφορές κατηγοριοποιούνται σε αποδεκτές και μη και σε περίπτωση απόκλισης από τη νοσηρή ομοιομορφία καλούμαστε άμεσα από τα μεγάφωνα προς συμμόρφωση. Ο κοινωνικός έλεγχος εντείνεται με στόχο να αρχίσουμε εμείς οι ίδιες και οι ίδιοι να αυτοεπιτηρούμαστε.

Ο έλεγχος και η επιτήρηση επιτυγχάνονται επιπλέον με την καταγραφή των προσωπικών δεδομένων (ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, ΑΜΚΑ κ.α.) στις ηλεκτρονικές κάρτες μετακινήσεων. Οι διαδρομές που κάποιος/α κάνει καταγράφονται και χτίζουν το προφίλ του χρήστη των μέσων, κάτι που μπορεί ανά πάσα στιγμή να χρησιμοποιηθεί ερήμην του (και αυτή δεν είναι η μόνη καταγραφή -η όποια χρηματική συναλλαγή μας ήδη καταγράφεται με την ολοένα και μεγαλύτερη χρήση χρεωστικών-πιστωτικών καρτών). Όλο και περισσότερα προσωπικά δεδομένα και επιλογές συνεισφέρουν σε μια τράπεζα πληροφοριών για καθέναν/μία από μας, οξύνοντας το αίσθημα διαρκούς παρακολούθησης.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον δεν έχουν θέση εκείνοι και εκείνες που δεν μπορούν ή αρνούνται να πληρώσουν εισιτήριο. Οι λεγόμενοι τσαμπατζήδες μπήκαν άμεσα στο στόχαστρο των μίντια και της καταστολής και η ανάγκη πάταξης της “εισιτηριοδιαφυγής” ανάχθηκε σε κύρια αιτία για τα “ελλείμματα”. Κανένας λόγος φυσικά για το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου που χρησιμοποιεί τα Μ.Μ.Μ. προέρχεται από τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα, εργαζόμενες/οι με κατώτατους μισθούς, άνεργοι και άνεργες, μαθητές και μαθήτριες, μετανάστες/στριες. Η αυστηροποίηση του ελέγχου μέσω του ηλεκτρονικού εισιτηρίου και των μπαρών εισόδου-εξόδου αποτελεί ένα κατεξοχήν μέτρο ταξικού και κοινωνικού αποκλεισμού. Μαζί του χάνεται και η δυνατότητα χειρονομιών αλληλεγγύης, όπως το χάρισμα του εισιτηρίου σε κάποιον/α άλλη, κίνηση που άμεσα ποινικοποιήθηκε με πρόστιμο. Με τις νέες τεχνολογίες στα Μ.Μ.Μ. η πρόσβαση στις μετακινήσεις εξατομικεύεται, γίνεται πρόβλημα που χρειάζεται κάποιος να λύσει από μόνος του. Για εκείνους/ες που θα αμφισβητήσουν έμπρακτα την απαγόρευση, ήδη βρίσκεται επί τω έργω ξεχωριστό σώμα κεφαλοκυνηγών-ελεγκτών κομίστρου που πλέον με τη μόνιμη παρουσία της αστυνομίας στους σταθμούς, στο γενικότερο πλαίσιο στρατιωτικοποίησης της ζωής στη μητρόπολη, θα διασφαλίζουν ότι η πρόσβαση στα Μ.Μ.Μ. είναι πληρωμένη και οι αντιστάσεις θα καταστέλλονται. Στόχος δεν είναι μόνο η σύλληψη αλλά και η διαπόμπευση των “παραβατών”, η δημιουργία αισθήματος ντροπής για τη μη ανταπόκριση στην “πρότυπη” συμπεριφορά που επιβάλλεται και για τον παραδειγματισμό των υπολοίπων. Αυτή η διαδικασία στιγματισμού ενισχύεται με τη χρήση των νέων μηχανημάτων που, σε περίπτωση λάθους ή μη επικύρωσης εισιτηρίου, ενεργοποιούν μια εκκωφαντική σειρήνα ή σε άλλες περιπτώσεις υποδεικνύουν, σε αυστηρό τόνο, με ανθρώπινη φωνή το σφάλμα ή την παράβαση. Ας γίνει από όλους και όλες συνείδηση πως οι ελεγκτές δεν κάνουν απλά τη δουλειά τους. Δεν είναι πωλητές/τριες, οικοδόμοι, κούριερ, υπάλληλοι γραφείου, σερβιτόροι/ες… Είναι κάποιοι/ες που βγάζουν μεροκάματο από τη φτώχεια των άλλων, είναι η αστυνομία των μετακινήσεων. Ως τέτοιους οφείλουμε να τους αντιμετωπίζουμε. Δεν ξεχνάμε τη δολοφονία του Θανάση Καναούτη τον Αύγουστο του 2013 στο Περιστέρι, για ένα εισιτήριο που δεν χτύπησε.

Για όσες και όσους δεν πληρώνουν υπάρχουν τα πρόστιμα και η οικονομική καταστολή. Με ειδικές τροπολογίες σε νόμους θεσπίζονται πρόστιμα για όλους/ες όσοι αδυνατούν να αντεπεξέλθουν ή αρνούνται να συναινέσουν στις προσταγές. Πρόστιμα για την “εισιτηριοδιαφυγή”, για την άρνηση πληρωμής διοδίων, για τη “ρευματοκλοπή”, για την καθυστέρηση πληρωμής φόρων, πρόστιμα των 6.000 ευρώ για τους ανυπόταχτους και ολικούς αρνητές στράτευσης, καθώς και εξοντωτικές δικαστικές εγγυήσεις σε αγωνιζόμενους και αγωνιζόμενες. Στο πλάι της καταστολής με όρους βίας έρχονται και πιο “εξευγενισμένοι” τρόποι, πιο εξατομικευμένοι που θέτουν σε οικονομική ομηρία χιλιάδες κόσμου, υπό την απειλή δεσμεύσεων και κατασχέσεων λογαριασμών και σπιτιών, ακόμα και φυλάκισης. Το μήνυμα είναι σαφές: η όποια άρνηση, ανυπακοή, αντίσταση των “από κάτω” θα καταστέλλεται και με οικονομικούς όρους.

Το “νέο πρόσωπο” των Μ.Μ.Μ. παραδίδει μαθήματα συναίνεσης και σιωπής, υπό τον φόβο της διαρκούς επιτήρησης, των εξευτελισμών, των προστίμων. Αυτός είναι ο “εκσυγχρονισμός” στα Μ.Μ.Μ. Και είναι τουλάχιστον αφελές να τσιμπάμε με το τυράκι των γυαλιστερών διαδρόμων στους σταθμούς του μετρό και του ηλεκτρικού (από κακοπληρωμένες υπενοικιασμένες καθαρίστριες), της τηλεματικής στις στάσεις επιβίβασης λεωφορείων και τρόλεϊ, που δημιουργήθηκε κατά κύριο λόγο για τον έλεγχο του ωραρίου των οδηγών, των νέων ηλεκτρονικών τεχνολογιών που σφίγγουν περισσότερο τον κλοιό των απαγορεύσεων και των αποκλεισμών.

Οι συγκοινωνίες είτε σε αυτή είτε στην προηγούμενη εκδοχή τους είναι σχεδιασμένες για να εξυπηρετούν τις ανάγκες και τα συμφέροντα κράτους και αφεντικών. Για να μας μεταφέρουν από και προς τους χώρους εργασίας, τις σχολές και τα σχολεία, τις κρατικές υπηρεσίες. Και πιο πέρα για να μεταφέρουν ανθρώπους σε μεγάλα κέντρα κατανάλωσης, θεάματος, δια-σκέδασης… Δεν συναινούμε στην κατάθεση ενός μεγάλου μέρους του πενιχρού μισθού μας για τις μετακινήσεις μας, δεν αφήνουμε απέξω όποιον/α δεν έχει να πληρώσει. Δεν ακυρώνουμε εισιτήριο όχι μόνο γιατί αρνούμαστε να δεχτούμε την εισπρακτική λογική του κράτους, την εμπορευματοποίηση στις μεταφορές με την αύξηση της τιμής του εισιτηρίου, τις απολύσεις εργαζομένων και τις μειώσεις δρομολογίων. Αλλά κυρίως, γιατί επιλέγουμε εδώ και τώρα να αρνούμαστε έμμεσους φόρους-χαράτσια που στην τελική έχουμε πληρώσει και ξαναπληρώσει μέσω του καθημερινού ξεζουμίσματός μας, της εργασίας, του ενοικίου κ.τ.λ. Είναι καιρός να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε την ικανοποίηση των αναγκών μας, όποιες και αν είναι αυτές, τις ίδιες μας τις σχέσεις μακριά από τη διαμεσολάβηση του χρήματος και του κέρδους. Σε αυτό το πλαίσιο, το πρόταγμα της ελεύθερης πρόσβασης στα Μ.Μ.Μ., χωρίς κανενός είδους αντίτιμο, χωρίς αποκλεισμούς, χωρίς διαιρέσεις ανάμεσά μας είναι κάτι περισσότερο από επίκαιρο.

Τα τελευταία χρόνια αναπτύσσεται ένα πλήθος πολύμορφων δράσεων για την ελεύθερη μετακίνηση στα Μ.Μ.Μ., από το πέρασμα των επικυρωμένων εισιτηρίων στον/στην επόμενο/η, τις αρνήσεις επικύρωσης, τη συλλογική αντίσταση στους τραμπουκισμούς των ελεγκτών, τις παρεμβάσεις με κείμενα στους/στις εργαζόμενους/ες και στους/στις επιβάτες/τριες των Μ.Μ.Μ., τις συγκεντρώσεις και τις πορείες ως το σαμποτάζ σε ακυρωτικά μηχανήματα, μπάρες και υποδομές ελέγχου.

Σήμερα όσο ποτέ άλλοτε, απέναντι στην επίταση της  εμπορευματοποίησης, του ελέγχου και της επιτήρησης  κάθε πτυχής της ζωής μας, ενάντια στην κυρίαρχη λογική που μας θέλει μόνες και φοβισμένους,  η απάντησή μας δεν μπορεί να είναι άλλη πέρα από την αυτοοργανωμένη συλλογική αντίσταση. Χτίζουμε κοινότητες αγώνα μαζί με εργαζόμενους/ες στα Μ.Μ.Μ ενάντια στην επιχειρούμενη αναδιάρθρωση. Επιλέγουμε την κοινωνική ανυπακοή απέναντι στις μπάρες εισόδου-εξόδου, στο ηλεκτρονικό εισιτήριο και σε κάθε σύστημα ελέγχου και αποκλεισμών. Στεκόμαστε αλληλέγγυοι και αλληλέγγυες και υπερασπιζόμαστε όσους και όσες αρνούνται να πληρώσουν το κόμιστρο κρατώντας ανοιχτές τις μπάρες. Δεν αφήνουμε κανέναν και καμία μόνη της απέναντι στους ελεγκτές, τους σεκιουριτάδες και την αστυνομία. Σαμποτάρουμε τα μηχανήματα ελέγχου, καταγραφής και αποκλεισμών των μετακινήσεών μας.

Αντιθεσμικά, αντιιεραρχικά, αδιαμεσολάβητα και χωρίς διαχωρισμούς ανάμεσά μας (με βάση το φύλο, τη φυλή, τα έθνη, τα σύνορα, τη θρησκεία, την ηλικία, την αρτιμέλεια κ.α.), με την ενίσχυση σχέσεων αλληλεγγύης και τη σύνδεση των αγώνων, να πάρουμε θέση ενάντια στην υποτίμηση, τον έλεγχο, την εμπορευματοποίηση, τους αποκλεισμούς.


ΣΑΜΠΟΤΑΖ ΣΤΙΣ ΚΑΜΕΡΕΣ, ΣΤΙΣ ΜΠΑΡΕΣ ΚΑΙ ΣΤΑ ΑΚΥΡΩΤΙΚΑ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΑ
ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΚΑΙ ΟΛΕΣ
Συνελεύσεις Γειτονιών, Στέκια, Καταλήψεις και Αναρχικές Ομάδες
από την Αθήνα και τον Πειραιά