Είναι ολοφάνερο ότι, όπως τα δάση και τα βουνά είναι παραδομένα στις πυρκαγιές, την καταπάτηση και τη λεηλασία τους έτσι και οι τελευταίες αδόμητες και πράσινες γωνιές στο εσωτερικό των πόλεων υφίστανται μια απαξιωτική και καταστροφική επίθεση από την πολιτική και οικονομική εξουσία με σκοπό την εμπορευματοποίησή τους. Δεκαετίες τώρα οι ορεινοί όγκοι γύρω από την Αθήνα (Πάρνηθα, Πεντέλη, Υμηττός και Ποικίλον Όρος), καταστρέφονται, εκχωρημένοι σε έναν συρφετό από επιχειρηματικά και εκμεταλλευτικά συμφέροντα, ενώ δεκάδες αδόμητοι χώροι μέσα στην πόλη – από τους μεγαλύτερους, όπως το παλιό αεροδρόμιο του Ελληνικού, έως και τους μικρότερους στις γειτονιές – παραχωρούνται σε ιδιώτες για την εκμετάλλευσή τους και την κατασκευή εμπορικών κέντρων, πάρκινγκ, κ.ά.
Ειδικά τα τελευταία χρόνια, οι ελεύθεροι δημόσιοι χώροι υφίστανται διαρκή επίθεση με σκοπό τον έλεγχο, την εκμετάλλευση και την εμπορευματοποίησή τους. Ούτε ένα μέτρο δημόσιου χώρου δεν μένει έξω από τους σχεδιασμούς για τον ασφυκτικό έλεγχο της πόλης και την κερδοσκοπία πάνω στη γη. Από τα πάρκα και τις πλατείες μέχρι τους λόφους, τα ρέματα, τις ακτές, τα εγκαταλελειμμένα εργοστάσια και τις παλιές αγορές, τα πάντα βρίσκονται στο στόχαστρο καταστροφικών σχεδιασμών στο όνομα της ανάπλασης, της ανάπτυξης, της αξιοποίησής τους.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι, εξαιτίας αυτής της απροκάλυπτης επίθεσης εξουσιαστών και κερδοσκόπων σε βάρος κάθε ανοιχτού, πράσινου, κοινόχρηστου χώρου, αναδύονται τοπικές και υπερτοπικές αντιστάσεις, καθώς αγωνιζόμενοι άνθρωποι διεκδικούν, προασπίζονται, καταλαμβάνουν τους επαπειλούμενους χώρους.
Στη συμβολή της Πατησίων με την οδό Κύπρου, υπάρχει ένας μικρής έκτασης χώρος – στα “οδωνυμικά” του Δήμου Αθηναίων αναφέρεται ως “πάρκο Λέλας Καραγιάννη” – ο οποίος αποτελεί έναν από τους τελευταίους πράσινους ελεύθερους χώρους μέσα στο τσιμεντένιο δάσος των πολυκατοικιών. Πρόκειται για μια έκταση περίπου 2,5 στρεμμάτων η οποία το 1989, με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου χαρακτηρίστηκε χώρος κοινόχρηστου πρασίνου, περιλαμβάνοντας μια μικρή παιδική χαρά και παρτέρια όπου εκτός από χαμηλή βλάστηση υπήρχαν περίπου 45 δέντρα κι ανάμεσά τους 12 αιωνόβια πεύκα.
Ακολουθώντας την πάγια τακτική του, ο Δήμος αποφάσισε την παραχώρηση του χώρου σε ιδιώτες προς εκμετάλλευσή του και το Δεκέμβρη του 2006 ανακοίνωσε το σχέδιο καταστροφής του πάρκου και μετατροπής του σε τριώροφο υπόγειο πάρκινγκ. Παρά την προσπάθεια των κατοίκων της περιοχής για τη διάσωσή του και την απαγόρευση του Δασαρχείου να κοπούν τα δέντρα, ο τότε δήμαρχος Ν. Κακλαμάνης έστειλε τα συνεργεία του Δήμου στο Πάρκο, στις 26 Ιανουαρίου 2009, και το κατέστρεψαν. Ελάχιστα δέντρα σώθηκαν, καθώς η καταστροφή του Πάρκου προκάλεσε μια έκρηξη κοινωνικής οργής και τα συνεργεία του Δήμου που συνοδεύονταν από τα ΜΑΤ αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν εξαιτίας της μαχητικής αντίστασης εκατοντάδων κατοίκων και αλληλέγγυων.
Στη συνέχεια απετράπη η εγκατάσταση εργοταξίου για την κατασκευή του πάρκινγκ και, χάρη στη συλλογική, οργανωμένη και μακροχρόνια δραστηριοποίηση αγωνιζόμενων κατοίκων και αλληλέγγυων, το πάρκο αναδημιουργήθηκε εξαρχής στο χωράφι που άφησαν πίσω τους οι μπουλντόζες του Δήμου. Στη θέση των κομμένων δέντρων φυτεύτηκαν περισσότερα από 150 νέα δέντρα και θάμνοι, αναδιαμορφώθηκε η παιδική χαρά κι εμπλουτίστηκε με νέα όργανα παιχνιδιού, τοποθετήθηκαν δεκαπέντε παγκάκια, αποκαταστάθηκαν τόσο ο φωτισμός όσο και η ύδρευση του χώρου με την κατασκευή δικτύου σωληνώσεων και την τοποθέτηση βρυσών, ενώ στο νέο πάρκο πραγματοποιούνται δεκάδες κοινωνικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις, όπως συζητήσεις, προβολές ταινιών, συναυλίες, θεατρικές παραστάσεις, παιδικά παιχνίδια, συλλογικές κουζίνες, χαριστικά παζάρια με ρούχα, βιβλία κ.λπ.
Παρά τις προσπάθειες να χτυπηθεί με κάθε τρόπο ο αυτοοργανωμένος κοινωνικός αγώνας ώστε να παραδοθεί ο χώρος προς εκμετάλλευση σε επιχειρηματικά συμφέροντα, το Πάρκο της Κύπρου άντεξε κι έγινε ένας ζωντανός, πράσινος, δημόσιος χώρος, ανοιχτός και προσιτός σε όλους, χωρίς αποκλεισμούς, κι επιπλέον ένας χώρος κοινωνικού αγώνα με εμβληματική σημασία για τα κινήματα κοινωνικής αντίστασης στις γειτονιές της πόλης.
Ωστόσο, οι επιθέσεις στο πάρκο και τον αγώνα των κατοίκων συνεχίζονται, με αποκορύφωμα την απόφαση του δήμαρχου Καμίνη να διακόψει την παροχή νερού πέρσι, στις 17 Αυγούστου 2011.
Έκτοτε, το Πάρκο της Κύπρου είναι το μοναδικό σε όλο το λεκανοπέδιο που δεν έχει νερό και αντιμετωπίζει, ιδιαίτερα τώρα το καλοκαίρι, το φάσμα της καταστροφής του. Το δέντρα ποτίζονται αποκλειστικά και μόνο με αυτοσχέδια μέσα των αγωνιζόμενων κατοίκων που φροντίζουν το πάρκο. Ωστόσο, η προσπάθεια δεν αρκεί για να σωθούν όλα τα δέντρα καθώς οι ποσότητες νερού που απαιτούνται είναι μεγάλες και οι δυνατότητες για την αγορά και τη μεταφορά νερού περιορισμένες.
Γι’ αυτό χρειάζεται η μαζική απαίτηση άμεσης επανασύνδεσης του νερού και η αλληλέγγυα κινητοποίηση όλων των αγωνιζόμενων ανθρώπων για την καταγγελία του Δήμου Αθηναίων που έκοψε το νερό στο Πάρκο της Κύπρου καταδικάζοντας δεκάδες δέντρα και θάμνους σε αφανισμό.